13η Φεβρουαρίου, Παγκόσμια Ημέρα Ραδιοφώνου: 15 αγαπημένες φωνές των FM αφηγούνται τις ιστορίες τους

Τζούμας, Πολυχρονίου, Ιωάννου, Μπενέτος, Γερμανού και 10 ακόμα γνώριμες ραδιοφωνικές φωνές μιλούν για την αγάπη που όλους μας ενώνει.

H ανάγκη για ήχο με το που ανοίγουμε τα μάτια μας. Όχι για οποιονδήποτε ήχο, αλλά τις γνωστές, αγαπημένες μας ραδιοφωνικές φωνές και ήχους. Να πάρουν τα μυαλά μας αέρα ραδιοφωνικό, να ξεκινήσει η μέρα όπως πρέπει. Με μουσική και λόγια. Ενημέρωση, σοφία, χιούμορ, χαλαρότητα, ακόμα και καταγγελία. Το μέσο της πολυμορφίας. Αυτό είναι το ραδιόφωνο για εμάς. Η μουσική που αρέσει στον καθένα και οι φωνές με τις οποίες επικοινωνούμε χωρίς να καν να μιλάμε. Αυτές που δεν κουραζόμαστε ποτέ να ακούμε. Αυτές που μας κρατούν συντροφιά τα πρωινά που ξυπνάμε με κέφι, αλλά κι εκείνα που δε θέλουμε να δούμε άνθρωπο μπροστά μας. Με κάποιο μαγικό τρόπο, αυτές οι φωνές είναι η συντροφιά μας. Τόσο παράδοξα οικείες. Είναι η παρέα μας όσο κάνουμε το ντους μας. Η παρέα μας την ώρα που τρώμε, χαζεύουμε, δουλεύουμε.  Η παρέα μας και στο αυτοκίνητο, τις μέρες που κολλάμε στην κίνηση για τη δουλειά αλλά κι εκείνες που οδηγούμε στην εθνική οδό με προορισμό το άγνωστο ή το σχεδιασμένο προ πολλού ταξιδάκι μας. Παρέα μας τα βράδια που δε μας παίρνει ο ύπνος από την υπερένταση. Παρέα μας στα εύκολα και τα δύσκολα. Αυτό είναι το ραδιόφωνο, οι παραγωγοί του και φυσικά τα τραγούδια του: η παρέα μας, no matter what.

Για την ιστορία, η Παγκόσμια Ημέρα Ραδιοφώνου καθιερώθηκε από την UNESCO, έπειτα από σχετική πρόταση της Ισπανικής Ακαδημίας Ραδιοφώνου, στις 29 Σεπτεμβρίου 2011. Η UNESCO, λοιπόν, επέλεξε τη 13η Φεβρουαρίου για να τιμηθεί η πρώτη μέρα λειτουργίας του ραδιοφώνου του ΟΗΕ, το 1946. Σκοπός της ημέρας αυτής είναι να τονιστεί η σπουδαιότητα του ραδιοφώνου ως βασικό Μέσο Μαζικής Επικοινωνίας, να δοθεί έμφαση στη βελτίωση της διεθνούς συνεργασίας μεταξύ των ραδιοφώνων ανά τον κόσμο και να ενθαρρυνθούν τόσο τα μεγάλα διεθνή δίκτυα, όσο και τα τοπικά ραδιόφωνα, να προωθούν την πρόσβαση στην πληροφόρηση και την ελευθερία της έκφρασης στα ερτζιανά.

Με αφορμή, λοιπόν, τη γιορτή του ραδιοφώνου, ζητήσαμε από μερικούς πολύ αγαπημένους ανθρώπους των FM να αφηγηθούν προσωπικές ιστορίες, να πάρουν θέση για το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον του, να εκπέμψουν τα δικά τους μηνύματα με στιλ ραδιοφωνικό μέσα από το Ladylike. Το έκαναν όλες κι όλοι με χαρά.

Επιμέλεια: Μαριλέλλα Αντωνοπούλου – Δήμητρα Τσιγγενέ


ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΒΡΑΧΩΡΙΤΗΣ, Ραδιοφωνικός παραγωγός στον 96.9 Rock

«Η πρώτη επαφή με το ραδιόφωνο ήρθε γύρω στα 4-5 μου, όταν ο παππούς μου με πήγαινε στον μπαρμπέρη του για κούρεμα. Ο συγκεκριμένος είχε όλη μέρα ανοιχτό το ραδιόφωνό του (αναλογικό με βελόνα, το οποίο είχε χαλάσει και δεν έπιανε άλλο σταθμό εκτός από το Τρίτο πρόγραμμα). Έρωτας από το πρώτο άκουσμα».

«Ξεκίνησα να κάνω ραδιόφωνο επαγγελματικά εντελώς τυχαία, με άκουσαν να κάνω κάποια σπικάζ».

«Μια αστεία στιγμή που θυμάμαι: Αποτελώ παγκόσμιο φαινόμενο, στο ότι μπόρεσα να κάνω σαρδάμ αναφέροντας το όνομά μου. Η κακή στιγμή ήταν όταν έκανα το- μοιραίο- λάθος προσπαθώντας να πω on air, “για να μπείτε στην κληρωτίδα”. Άβολο. Ευτυχώς οι καλές στιγμές είναι περισσότερες».

«Μπορώ ν’ ακούω όλη μέρα ιταλικά τραγούδια του ’60. Μ’ αρέσουν σχεδόν όλα τα είδη της μουσικής, εξαρτάται από την ώρα που ακούω. Τα τελευταία χρόνια μ’ αρέσει ν’ ακούω Ragtime. Αγαπημένο τραγούδι, “Che Vuole Questa Musica Stasera”, Peppino Gagliardi».

«Για το ιντερνετικό ραδιόφωνο δεν έχω ξεκάθαρη άποψη. ” Άξια συνέχεια του κλασικού” πάντως δεν δείχνει να είναι. Τουλάχιστον με τη μορφή που έχει αυτή την εποχή».

«Πόση ώρα την ημέρα ακούω ραδιόφωνο; Για άνθρωπος του ραδιοφώνου, πολλές».


ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ, παρουσιάστρια και ραδιοφωνικός παραγωγός στον Sfera 102,2

«Αυτό που νοσταλγώ από το “παλιό” ραδιόφωνο είναι εκείνες τις εποχές που οι παραγωγοί είχαμε την απόλυτη ελευθερία να παίζουμε μόνο ό,τι μας αρέσει ή μας ζητάει ο ακροατής. Δεν υπήρχε το “πρέπει” του playlist ή το δούναι και λαβείν με την εκάστοτε δισκογραφική εταιρία».

«H συνταγή για καλό ραδιόφωνο είναι λίγα λόγια, πολλή μουσική. Το θρυλικό σλόγκαν του Galaxy τελικά ισχύει για όλους μας. Προσπαθώ να μπερδεύω και κάποια παλιότερα τραγούδια μέσα στα mainstream, μιλάω λίγο και μόνο όταν πραγματικά έχω κάτι να πω. Απευθύνομαι σε όλους αλλά και στον καθένα ξεχωριστά. Τους κάνω παρέα».

«Ο δικός μου ραδιοφωνικός ήρωας είναι ο Γιάννης Πετρίδης. Αll time classic φωνή και μουσικές».

«Αν έπρεπε ν’ ακούω έναν συγκεκριμένο τραγουδιστή-στρια/είδος μουσικής κάθε μέρα στη ζωή μου; Είναι λίγο περιοριστικό αυτό για εμένα. Γιατί εργάζομαι σε ραδιόφωνο ελληνικού ρεπερτορίου, όμως τις περισσότερες ώρες της μέρας ακούω ξένη μουσική. Μου αρέσει η ποικιλία στα αυτιά μου. Αν πρέπει οπωσδήποτε να απαντήσω θα σας έλεγα ότι θα μπορούσα να ακούω μόνο ροκ μπαλάντες, κάθε μέρα. Από ελληνικά το “Είναι Στιγμές” του Αντώνη Ρέμου, κάθε μέρα».

«Ως ακροάτρια έχω την πολυτέλεια να αλλάζω σταθμό κάθε φορά που πέφτω σε τραγούδι που δεν μου αρέσει. Ως παραγωγός, ευγνωμονώ τον Sfera που μου αναγνώρισε το δικαίωμα λόγω παλαιότητας να μπορώ να επεμβαίνω στο playlist της εκπομπής μου και να αλλάζω ό,τι δεν μου αρέσει. Δεν τα αγαπώ τα playlists. Θεωρώ ότι μας στερούν την έμπνευση, τη φαντασία και το δικαίωμα της επιλογής. Ας τα πούμε αναγκαίο κακό της εποχής, γιατί είναι μια τεράστια συζήτηση που δε θα μας βγάλει πουθενά».

«Οι ακροατές δεν είναι σαν τους τηλεθεατές. Επιλέγουν να μην κάνουν πολύ αισθητή την παρουσία τους. Όμως ξέρεις ότι είναι εκεί έξω, σε ακούν, χαμογελούν, συνοφρυώνονται με κάτι που λες, δυναμώνουν την ένταση όταν τους πετύχεις στην καρδιά».

«Το κλασικό ραδιόφωνο δεν αντικαθίσταται από το ιντερνετικό. Το κλασικό ραδιόφωνο είναι η παρέα σου στο αυτοκίνητο κι αυτό δε θα αλλάξει ποτέ. Βέβαια, υπάρχουν υπέροχα ιντερνετικά ραδιόφωνα που κάνουν πραγματικά ωραία δουλειά».


ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ, διευθυντής και ραδιοφωνικός παραγωγός στον Sport24 Radio 103,3

«Πρώτη επαφή με το ραδιόφωνο; Με θυμάμαι μικρό να συντονίζομαι στη συχνότητα του κρατικού ραδιοφώνου, βράδια Σαββάτου και μεσημέρια Κυριακής, για τις μεταδόσεις αγώνων μπάσκετ και ποδοσφαίρου αντίστοιχα. Πάντα απορούσα όταν πήγαινα γήπεδο ”πώς αντέχουν και βλέπουν μπάλα και ακούν παράλληλα ραδιόφωνο”. Ο ακροατής είναι και λίγο “αιχμάλωτος” στις ραδιοφωνικές περιγραφές. Εσύ μιλάς και αυτός επειδή δε βλέπει, αυξάνει την ελπίδα μέσα του να γίνει κάτι καλό περιμένοντας απλά να σηκώσεις τον τόνο της φωνής σου»

«Αξέχαστη στιγμή για εμένα ήταν η δημιουργία του Sport24 radio 103,3. Δε φανταζόμουν ποτέ την επιτυχία του. Ε, κάθε μέρα καλή είναι. Όσο για κακή; Να ετοιμάζεσαι για μια σούπερ μετάδοση και να μη γίνεται η σύνδεση με το στούντιο. Μη σου τύχει».

«Το αγαπημένο μου τραγούδι είναι το ”Time to say goodbye” του Andrea Bocelli. Με όποια και αν το έχει τραγουδήσει μαζί. Μπορώ να το ακούω κάθε μέρα. Ασταμάτητα! Είδη μουσικής; Όλα τα ελληνικά πλην έντεχνων (ούτε νότα). Αγαπημένοι καλλιτέχνες οι εξής: Βocelli, Ramazzotti, Pavarotti, Queen, Iron Maiden και Guns n’ roses».

«Το ραδιόφωνο δημιουργεί φανατικό κοινό. Σε ακολουθούν, επικοινωνούν μαζί σου με όποιο τρόπο μπορούν. Σε σταματάνε στο δρόμο και σου κάνουν αναλύσεις. Πολλές ιστορίες. Μια φορά πεινούσα πολύ, άφησα την παρέα να επιλέξει το πού θα πάμε και εκεί βρισκόταν ένας κύριος που δε με άφησε δευτερόλεπτο. Κρύωσε το φαγητό, έμεινα και νηστικός. Ωραία είναι αυτά, όλα έχουν την πλάκα τους. Υπάρχουν πολλές ιστορίες πραγματικά».


ΜΙΚΑΕΛΑ ΘΕΟΦΙΛΟΥ, δημοσιογράφος- ραδιοφωνικός παραγωγός

«Το ραδιόφωνο θα υπάρχει πάντα, αν και θα αλλάζει  διαρκώς ο τρόπος με τον οποίο θα ακούμε. Επειδή η αίσθηση της ακοής είναι έξυπνη, multitasking και αχόρταγη θα θέλουμε πάντα να την εκπαιδεύουμε και  να την “ταΐζουμε” ενώ οδηγούμε, δουλεύουμε ή χαλαρώνουμε. Το θέμα είναι τι είδους ”τροφή” προσφέρουμε στην ακοή και  μέσω αυτής και στο μυαλό; Τι μουσική προσφέρουμε στον ακροατή, τι λόγο χρησιμοποιούμε και πώς τα συνδυάζουμε αυτά για να κάνουμε πια μια εκπομπή;»

«Αγάπησα το ραδιόφωνο ως ακροάτρια ακούγοντας Γιάννη Πετρίδη, για την αστείρευτη μουσική του γνώση και Νίκο Μουρατίδη τα βράδια στον Κlik FM για τη μοναδική του προσωπικότητα και ραδιοσκηνοθεσία στην επιλογή των τραγουδιών. Κάποια στιγμή όταν εργαζόμουν στις εκδόσεις Λυμπέρη έμαθα ότι ο όμιλος επρόκειτο να κάνει ραδιοφωνικό σταθμό και αυτοπροτάθηκα. Ευτυχώς στο δοκιμαστικό η φωνή μου και η προσωπικότητά μου ταίριαζε με το ύφος του Status Radio (έτσι λεγόταν ο σταθμός πριν γίνει Best) και ο τότε διευθυντής του, Δημήτρης Αργυρόπουλος, μου έδωσε εκπομπή. Αυτό ήταν. Είχα βάλει το δάχτυλο στο δοχείο με τη μαρμελάδα».

«Αυτό που πάντα θα νοσταλγώ από το ”παλιό” ραδιόφωνο είναι η ρομαντική amateur πλευρά του: που κάποτε μπορούσα να πάρω τα δισκάκια μου και να επιλέξω εγώ τη μουσική μου ανάλογα με τη διάθεση, τη μέρα, την ώρα, τη στιγμή».

«Τα αγαπημένα μου τραγούδια τονίζουν και ενισχύουν τη διάθεσή μου.Όταν είμαι μελαγχολική θέλω το σάουντρακ της μελαγχολίας μου να είναι το ”Famous Blue Raincoat” του Leonard Cohen. Όταν είμαι στη φάση μίας νέας αρχής με μπουστάρει πάντα το ”Absolute Beginners” του Bowie. Όταν είμαι χαρούμενη και ανέμελη αυτή τη χαρά μου την ενισχύουν αυτόν τον καιρό οι Έλληνες Daphne And the Fuzz,  με το ”Pawnshop” και πάντα  οι αγαπημένοι δημιουργικά ολότρελοι Postmodern Jukebox με το ”All About That Bass”. Την Άνοιξη θέλω να ακούω γλυκά τραγούδια όπως το ”Goodbye Kiss” των Kasabian, το ”Μy World is You” του Monsieur Minimal και το ”Dancing Queen” από Raising Pleasure. Όταν θέλω να χαλαρώσω και να ηρεμήσω ακούω μόνο jazz».

«Αν μιλούσαμε για το εξωτερικό θα μπορούσα να πω ότι το webradio όχι απλά είναι το μέλλον του ραδιοφώνου είναι και το αυθύπαρκτο παράλληλο παρόν του. Στην Ελλάδα όμως, γιγαντώθηκε η ιδέα των webradios περισσότερο από ανθρώπους που αγαπάνε ερασιτεχνικά το ραδιόφωνο, χωρίς επιχειρηματικό πλάνο και budget και έτσι οι περισσότερες προσπάθειες δεν είναι βιώσιμες Πλην ελαχίστων εξαιρέσεων. Aπό 2-3 όμως ελληνικά webradios ακούς διαφορετικές μουσικές, «ψαγμένες», εναλλακτικές και κοφτερά σχόλια που δεν ακούς αλλού.  Εύχομαι να υπάρξει συνέχεια».


OΔΥΣΣΕΑΣ ΙΩΑΝΝΟΥ, στιχουργός, συγγραφέας και ραδιοφωνικός παραγωγός

«Εκείνο που γοητεύει εμένα στο ραδιόφωνο είναι οι εκπομπές που συνδυάζουν όμορφα και με προσωπικό τρόπο ιστορίες και τραγούδια. Που μου δείχνουν τρόπους να αγαπάω»

« Η πρώτη μου προσωπική επαφή με το ραδιόφωνο ήταν στο τέλος του 1989, στον ”902 Αριστερά στα fm”. Ήμουν 22 χρονών και εργαζόμουν ως πολιτιστικός συντάκτης στον Ριζοσπάστη και στο περιοδικό Μουσική. Με την ίδρυση του 902, ο Δημήτρης Δανίκας –που ήταν αρχισυντάκτης μου στην εφημερίδα- μου πρότεινε να κάνω μια απογευματινή εκπομπή ελληνικού τραγουδιού στον νεοσύστατο, τότε,  σταθμό».

«Ο δικός μου ραδιοφωνικός ήρωας ήταν η Άννυ Βιτσέντζου, παραγωγός στο Δεύτερο Πρόγραμμα στη δεκαετία του ’80. Έκανε μεταμεσονύχτια εκπομπή, είχε τρυφερή, όμορφα κοριτσίστικη φωνή, έπαιζε κυρίως ξένα και ελάχιστα ελληνικά τραγούδια και ξενυχτούσα να την ακούσω ακόμη κι αν έπρεπε να ξυπνήσω στις 7 το πρωί για το σχολείο».

«Νοσταλγώ τις ιστορίες και τις αφηγήσεις του ”παλιού” ραδιοφώνου. Γενικά ο λόγος, ακόμη κι αν αυτός είναι καθαρά ενημερωτικός και αφορά τα στοιχεία και την εποχή του τραγουδιού, την σύνδεσή του με την συγκυρία που γράφτηκε. – ούτε αυτά δεν ακούω πια. Και περισσότερη τόλμη στις προτάσεις νέων τραγουδιών αλλά και στις μεταδόσεις παλαιότερων. Ένα τεράστιο κομμάτι του ακριβού πλούτου του ελληνικού τραγουδιού δεν μεταδίδεται πια, παρά μόνο όσα κατάφεραν να γίνουν σουξέ. Αυτός ο ”πρωταθλητισμός” στην ουσία φτωχαίνει το τραγούδι μας και την ιστορία του, αν και αναγνωρίζω τους λόγους που γίνεται αυτό σε ένα τόσο ανταγωνιστικό περιβάλλον».

«Αν έπρεπε ν’ ακούω έναν συγκεκριμένο τραγουδιστή-στρια/ είδος μουσικής κάθε μέρα στη ζωή μου; Μακάρι να μη χρειαστεί να ζήσω τόσο ”αυστηρά”, αλλά αν τα φέρει έτσι η τύχη μου, δε νομίζω πως θα μπορούσα δίχως το ελληνικό τραγούδι που το νιώθω σαν σπίτι μου. Αγαπημένο τραγούδι – τελεσίδικα πια, δεν υπάρχει χρόνος να το αλλάξω- είναι το ”Δακρυσμένα μάτια” του Μίκη Θεοδωράκη σε στίχους του αδερφού του, Γιάννη.

«Έχουν συμβεί τόσα πολλά όταν έχεις κάνει ραδιόφωνο επί 22 χρόνια, κάθε μέρα. Κακές στιγμές δεν έχω να θυμάμαι, ίσως τις έχω υποσυνείδητα διαγράψει. Θα πω μόνο πως στο ραδιόφωνο χρωστάω το ότι βρήκα από μικρός ένα δεύτερο σπίτι –μέσω του ελληνικού τραγουδιού- με όλα τα καλά ενός σπιτιού. Ασφάλεια, σκοπό, αίσθημα, ανθρώπους».

«Τι βλέπω στο μέλλον του ραδιοφώνου; Δεν ξέρω και δεν το σκέφτομαι. Θα βρει την θέση του σε νέες εποχές και δεν έχει ανάγκη καμία συμβουλή από εμάς τους ”παλιούς”. Φαντάζομαι πως πάντα θα υπάρχει ένας πομπός και ένας δέκτης. Κάποιος που θα θέλει να μοιράζεται τραγούδια και κάποιος να τα ακούει. Αλλά από την άλλη έχω πέσει έξω σε τόσα ”πάντα” που έχω πει…»


ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΡΕΚΟΥΚΙΑΣ, δημοσιογράφος και ραδιοφωνικός παραγωγός στον Sport 24 Radio, 103,3

«Ραδιοφωνικοί μου ήρωες ήταν όλοι οι ερασιτέχνες-πειρατές στο τέλος της δεκαετίας του ’70 και στο ξεκίνημα της δεκαετίας του ’80. Με αυτούς μεγάλωσα, αυτοί μου άνοιξαν μουσικούς ορίζοντες, έγιναν η “παρέα” μου στο σπίτι. Όμως, αν υπάρχει ένας που ξεχωρίζει, αυτός δεν είναι άλλος από τον Γιάννη Πετρίδη και τα θρυλικά “Ποπ Club” και “Ροκ Club”, κάθε απόγευμα 4-5 από το κρατικό ραδιόφωνο. Αυτή η εκπομπή υπήρξε το μεγαλύτερο μουσικό σχολείο για μένα».

«Η συνταγή επιτυχίας μίας καλής ραδιοφωνικής εκπομπής είναι να υπάρχει η αμφίδρομη σχέση σεβασμού και επαφής μεταξύ παραγωγού και ακροατών. Όταν ο παραγωγός καταφέρει να κάνει τον ακροατή του να περιμένει τη μέρα και την ώρα της εκπομπής, τότε βρίσκεται σε καλό δρόμο. Καλές μουσικές επιλογές μαζί με τις σωστές πρόζες, μια ωραία, φιλική φωνή και ένα ισορροπημένο περιεχόμενο, είναι νομίζω μια καλή συνταγή».

«Αυτό που νοσταλγώ από το παλιό ραδιόφωνο είναι η “ελευθερία” στην επιλογή των τραγουδιών από τους παραγωγούς. Η κατάρα της λίστας τα τελευταία χρόνια, όπου οι παραγωγοί είναι “υποχρεωμένοι” να παίζουν ξανά και ξανά τα ίδια προεπιλεγμένα τραγούδια, έχει στερήσει από το ραδιόφωνο ένα από τα βασικότερα χαρακτηριστικά του, αυτό της ποικιλίας και κατά συνέπεια της έκπληξης για τον ακροατή. Είναι ό,τι πιο αποστειρωμένο υπάρχει και αποτελεί τη μεγαλύτερη διαφορά από το παλιό ραδιόφωνο».

«Η πρώτη προσωπική επαφή με το ραδιόφωνο έγινε πριν πολλά χρόνια, στον Ράδιο-Επικοινωνία FM, τον δημοτικό σταθμό του Νέου Ηρακλείου.Ήταν στα ξεκινήματα του σταθμού, αρχές της δεκαετίας του ’90, όταν για λίγο καιρό είχα μια μουσική εκπομπή με τίτλο “η τρίτη όψη του ίδιου νομίσματος”. Μετά πάμε στο 2008 και την πρώτη προσπάθεια της 24Media για ιντερνετικό ραδιόφωνο, πρώτα με τη μουσική εκπομπή “Μπαμ τριαλαριλαρό, βάρκα γιαλό” και μετά με την ενημερωτική εκπομπή “Πρωινό μαγκαζίνο”. Ακολούθησε τον Δεκέμβριο του 2013 το “Midnight show”, ξανά στην 24Media, και αυτό ιντερνετικό. Βραχύβιο, αφού διήρκεσε μόνο δυόμισι μήνες, αλλά μεγάλο “σχολείο” για μένα, με κορυφαίες στιγμές τις επισκέψεις στο στούντιο του BD Foxmoor των Active Member και του Δημήτρη Πουλικάκου. Και βέβαια, από τον Ιανουάριο του 2015, έχω τα “μουσικά ταξίδια” στον Sport24Radio, την μοναδική μη αθλητική εκπομπή του σταθμού, που αισίως συμπλήρωσε τέσσερα χρόνια και αυτό το Σάββατο γιορτάζει τις 200 εκπομπές».

«Κάθε μέρα στη ζωή μου θα άκουγα ευχαρίστως τους Beatles και τον Bob Dylan. Από Έλληνες, τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου και τη Βίκυ Μοσχολιού.Αγαπημένα τραγούδια, από ξένα, το “Golden slumbers, Carry that weight, The end, Her Majesty”, το medley δηλαδή των Beatles από το “Abbey Road” και από ελληνικά το “Κι αν είμαι ροκ” του Μάνου Λοΐζου με τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου».

«Η μαγεία του ραδιοφώνου δε γίνεται να εξαφανιστεί. Πάντα θα υπάρχει αυτή η γοητεία της επαφής μόνο με τη φωνή και χωρίς εικόνα. Αν περιοριστεί αυτή η ιστορία με τις “λίστες”, νομίζω ότι το ραδιόφωνο θα ξαναβρεί τον χαμένο του ρομαντισμό, αν και ευτυχώς, υπάρχουν ακόμα καλές, ποιοτικές, ενδιαφέρουσες εκπομπές».


ΗΛΙΑΣ ΜΠΕΝΕΤΟΣ, μουσικός παραγωγός και ραδιοφωνικός παραγωγός στον NEWS 24/7, στους 88,6

«Στη δεκαετία του ’60 άκουγα κρυφά τα βράδια πριν κοιμηθώ, από ένα ραδιόφωνο “παγκοσμίου λήψεως” (TELEFUNKEN νομίζω…) ό,τι μετέδιδε το τότε κρατικό και όποιους ξένους ή πειρατικούς μπορούσα. Φανταζόμουν τον κόσμο, όπως όλοι μας τότε, με ήχους! Στα τέλη του ’80 (έκρηξη ιδιωτικής ραδιοφωνίας γαρ), μπήκα στην… ονειρική διαδρομή».

«Η στιγμή που δε θα ξεχάσω ποτέ: σε βραδινή ζωντανή εκπομπή (νομίζω χειμώνας του ’94), ακροάτρια τηλεφώνησε να ζητήσει τραγούδι, σα δώρο στον εαυτό της, επειδή είχε πάρει απόφαση να εγκαταλείψει τα εγκόσμια.Μιλήσαμε on air και την καθυστερούσα μέχρι να ειδοποιήσουμε αρμοδίως τις αρχές. Το αποτρέψαμε».

«Ο Γιάννης Πετρίδης (όπως των περισσότερων της δικής μου ηλικιακής ομάδας) είναι ο ραδιοφωνικός μου ήρωας. Πρόσφατοι και σύγχρονοι ήρωες, θα μπορούσαν να είναι κάποιοι υπολογιστές, αλλά δεν έχουν όνομα, ούτε προσωπικότητα».

«Αυτό που νοσταλγώ από το παλιό ραδιόφωνο και λείπει πια, είναι η μαγεία».

«Δε θα άκουγα κάποιον ή κάτι συγκεκριμένο για όλη την υπόλοιπη ζωή μου.Έτσι κι αλλιώς η κύρια ασχολία μου (δισκογραφική παραγωγή), με οδηγεί σε διαρκή αναζήτηση, ενημέρωση και πληροφόρηση σε τάσεις και ρεύματα. Τραγούδια που θα άκουγα πολύ συχνά (όχι συνέχεια, αλλά πολλές φορές) είναι τα εξής: το “While my guitar gently weeps”- Beatles, “Bohemian rhapsody”- Queen, “Me and my monkey” – Robbie Williams και ” Ό,τι κι αν πω δεν σε ξεχνώ” – Βασίλης Τσιτσάνης».

«Δεν παίρνω όρκο ότι ξέρω την συνταγή της επιτυχίας μίας καλής ραδιοφωνικής παραγωγής. Ίσως ένα πολύ καλό συστατικό θα ήταν η ειλικρίνεια και η αμεσότητα».

«Ακόμα κι αν όλα γίνουν “διαδικτυακά”, πάντα θα υπάρχει χώρος για το όνειρο».


ΓΙΑΝΝΗΣ ΝΕΝΕΣ- BΑΡΒΑΡΑ ΣΑΒΒΙΔΗ, δημοσιογράφοι, ραδιοφωνικοί παραγωγοί, ντούετο στον Pepper 96.6

ΓΙΑΝΝΗΣ

«Η πρώτη μου ανάμνηση από το ραδιόφωνο χάνεται κάπου στα βάθη του περασμένου αιώνα. Η μουσική και το ραδιόφωνο ήταν κάτι που κυριαρχούσε στο σπίτι μου. Όλες μου οι παιδικές αναμνήσεις έχουν μέσα και ραδιόφωνο. Μάλιστα, η μητέρα μου πάντα φρόντιζε να με ενημερώνει και να μου εξηγεί τι ακούγαμε. Θυμάμαι το Τρίτο Πρόγραμμα με τις υπέροχες πρωινές εκπομπές της Ρηνιώς Παπανικόλα, τα “Τραγούδια της Γης” όπου έμπλεκε μαγικά πρελούδια με Τζον Λένον και δημοτικά. Ακόμα “Τα καθημερινά” του Άρη Δαβαράκη και της Μαρίκας Τζιραλίδου, τη Λιλιπούπολη. Και βέβαια κάθε μεσημέρι, στο Κρατικό, το “Ποπ Κλαμπ” του Γιάννη Πετρίδη, ο άνθρωπος που μας δίδασκε μουσική».

«Ο Γιάννης Πετρίδης ήταν και η αφορμή που μπήκα στο ραδιόφωνο. Την εποχή που μόλις είχε ανοίξει η ιδιωτική ραδιοφωνία στην Ελλάδα, έκανα μία συνέντευξη με τον Γιάννη, για το περιοδικό Κλικ. Φυσικά μιλήσαμε ευρέως και για το ραδιόφωνο. Η συνέντευξη αυτή διαβάστηκε από τον Βαγγέλη Γιαννόπουλο, τον τότε διευθυντή του σταθμού Τop-FM, ιδιοκτησίας ΔΟΛ που ετοιμαζόταν να ξεκινήσει. Με φώναξε, μιλήσαμε και μου έδωσε αμέσως καθημερινή απογευματινή εκπομπή και τη θέση του υπεύθυνου ξένου ρεπερτορίου του σταθμού. Ήταν ένα double bill που ούτε καν μπορούσα να το πιστέψω».

«Τα υπέρ και τα κατά του να κάνεις ραδιοφωνική εκπομπή με ντουέτο;Ξεκινάω από τα κατά: Εξαρτάσαι από το mood του “συνοδηγού”. Πρέπει να συμβαδίζετε οι δύο, να συντονίζετε συνέχεια τις διαθέσεις και το ύφος σας και βέβαια να συμφωνείτε, λίγο πολύ, στη θεματολογία. Πολλές φορές αλληλοκαλύπτει, άθελα, ο ένας τον άλλο, κάτι που δεν ακούγεται καλά στον ακροατή. Πάμε στα υπέρ: Το καλύτερο από τα υπέρ είναι ότι μπορείς να λείψεις και να κρατήσει ο άλλος την εκπομπή (γελάει). Εντάξει, είναι αυτό, αλλά το κυριότερο είναι ότι στο ντουέτο κυριαρχεί πιο εύκολα το χιούμορ και η καλή διάθεση. Ο διάλογος είναι πιο άμεσος και περνάει καλύτερα στον ακροατή. Ο λόγος έχει πιο φυσική ροή. Και τέλος, υπάρχει βοήθεια σε όλες τις μικρές «αγγαρείες» που πρέπει να κάνεις στη διάρκεια μιάς ζωντανής εκπομπής όπως, να ετοιμάσεις το επόμενο on, να απαντάς στα τηλέφωνα, να κάνεις κληρώσεις σε διαγωνισμούς κλπ. Επίσης, σε ένα ντουέτο, πάντα κερδίζεις μία καλή φιλία».

«Αγαπημένο είδος μουσικής για μια ζωή; Α, δεν τα ρωτάνε αυτά στους παραγωγούς του μουσικού ραδιοφώνου, είναι σαν να προκαλείς καταιγίδα στον εγκέφαλό τους. Δεν ξέρω τι να σου απαντήσω. Θα σου έλεγα κλασική τζαζ ότι μπορώ να ακούω συνέχεια. Αγαπώ τους ερμηνευτές με “ιστορία” στη φωνή και στην ερμηνεία τους. Μπορώ να ακούω Patti Smith, Nick Cave, παλιά blues αλλά και Mina, June Christy, οτιδήποτε παλιακό». Αγαπημένο τραγούδι; Χμμμ… το “Gloria” της Patti Smith που είναι διασκευή του κομματιού των Them (κι έτσι στην απάντηση χώνεται και ο Van Morrison).

«Η συνταγή μίας καλής ραδιοφωνικής εκπομπής: Μην εξηγείς στους ακροατές πολλά και, κυρίως, μπαναλαρίες. Άφηνε λίγο μυστήριο, μην περιγράφεις τα πάντα μέσα στο στούντιο, τι φοράς, τι έκανες χθες κλπ.Κράτα έναν ρυθμό όταν μιλάς, να μιλάς με θάρρος και με σύντομες ατάκες. ΜΗΝ ερωτεύεσαι τη φωνή σου, θα γελάει ο κόσμος που θα σε ακούει. Να αγαπάς τα τραγούδια που βάζεις, να βρίσκεις μικρές ιστορίες για αυτά, να μην τα αγνοείς όσο παίζουν στον αέρα. Όταν τελειώνει ένα τραγούδι είναι ωραίο να κρατάς τον απόηχό του στο λόγο σου, να καταλαβαίνει ο ακροατής ότι το άκουγες κι εσύ μαζί του και όχι ότι έτρωγες πίτσα εκείνη την ώρα. Μην τρως την ώρα της εκπομπής. Να έχεις αυτοσαρκασμό και να μη βασίζεσαι συνέχεια στο Google. Καλά, δεν ξέρω καν αν αυτά κάνουν μία καλή εκπομπή. Απλώς είναι μερικά από αυτά που έμαθα μετά από 30τόσα χρόνια στο ραδιόφωνο».

«Από το παλιό ραδιόφωνο νοσταλγώ τις “προσωπικές” εκπομπές που έκαναν παραγωγοί με προσωπικό στιλ και γνώση του περιεχομένους τους, χωρίς playlist που βγάζουν άλλοι ή απλώς τραγούδια διαλεγμένα από έναν αλγόριθμο. Νοσταλγώ τη μαγεία της “αόρατης” σχέσης ακροατή- παρουσιαστή, τότε που ο καθένας φανταζόταν για τον άλλο αυτό που έφτιαχνε η φαντασία του. Δεν μου αρέσουν τα ουάου πάρτι και οι selfies με ακροατές. Νοσταλγώ τον Θείο Νώντα του Δημήτρη Πουλικάκου».

ΒΑΡΒΑΡΑ

«Πρώτα απ’ όλα είμαι φανατική ακροάτρια του ραδιοφώνου. Είναι το αγαπημένο μου μέσο, για την ελευθερία που δίνει στον ακροατή να δημιουργήσει τις δικές του εικόνες με βάση αυτό που ακούει. Μεγάλη αγάπη μου είναι και η μουσική, άρα πάντα θυμάμαι τον εαυτό μου, από μικρό παιδί, να ακούω συνεχώς ραδιόφωνο. Μια σκηνή που επαναλαμβανόταν καθημερινά, ήταν όταν έπρεπε να ξυπνήσω πρωί για να πάω σχολείο (και ξυπνούσα βασανιστικά νωρίς), η μητέρα μου με το που χτυπούσε το ξυπνητήρι, άπλωνε το χέρι της μέσα από το πάπλωμα και πατούσε το κουμπί για να ανοίξει το ραδιόφωνο, πρωτού σηκωθούμε. Έτσι, για μερικά λεπτά χουζούρευα με τους ήχους του πρωινού ενημερωτικού ραδιοφώνου, χωρίς να μου περνά από το μυαλό ότι μια μέρα θα ήμουν εγώ στη θέση του πρωινού εκφωνητή.

«Η αλήθεια είναι πως το ραδιόφωνο άργησα να το βάλω επαγγελματικά στη ζωή μου, ίσως επειδή το είχα τόσο ψηλά. Προέκυψε τυχαία, χωρίς να το κυνηγήσω η ίδια κι είμαι απίστευτα ευγνώμων γι’αυτό. Δεν ξέρω αν θα το προσπαθούσα μόνη μου, αλλά είναι ό,τι ωραιότερο μου έχει τύχει, μέχρι στιγμής, επαγγελματικά».

«Οι δικοί μου ραδιοφωνικοί ήρωες είναι ο Χατζιδάκις με το εμπνευσμένο του όραμα για το Τρίτο, για το οποίο έλεγε: “Ζητάμε ν’ αλλάξουμε την παθητική σχέση ακροατή ραδιοφώνου, που υπήρχε μέχρι σήμερα. Να ενεργοποιήσουμε τον ακροατή με αφυπνιστικούς ερεθισμούς σε προβλήματα σκέψεως και τέχνης”. Είναι επίσης οι παραγωγοί από τους οποίους ανακαλύπτω νέους μουσικούς κόσμους. Εκείνοι που με όρεξη και ανατρεπτική διάθεση πηγαίνουν στο στούντιο και προσπαθούν κάθε φορά να προτείνουν κάτι νέο, που τολμούν να πειραματιστούν σε μια εποχή που δεν αφήνει πολύ χώρο για πειραματισμό στο παραδοσιακό ραδιόφωνο».

«Με χαρά θα άκουγα κάθε μέρα ρεμπέτικο και τζαζ τραγουδίστριες, με προτίμηση στην Ella. Περνώ περιόδους που ακούω έναν ή μία συγκεκριμένο/η τραγουδιστή/στρια ή είδος μουσικής, ειδικά όταν έχω ενθουσιαστεί με κάποιον/α μουσικό μετά από μια συναυλία. Για παράδειγμα όταν είχε έρθει η Bjork στην Αθήνα, αν και πήγα χωρίς να είμαι η μεγαλύτερη φαν της, επέδρασε τόσο πάνω μου η παρουσία της, που για τους επόμενους τρεις μήνες άκουγα κάθε μέρα, ξανά και ξανά τους δίσκους της».

«Αγαπημένο τραγούδι; Α! Η πιο δύσκολη ερώτηση. Δεν μπορώ να ξεχωρίσω μόνο ένα, θα πω αυτά που μου έρχονται πρώτα στο μυαλό: “Σμυρνέικο μινόρε”, “Summertime”- George Gershwin, “Bachelorette”- Bjork, “The Dancer”-  PJ Harvey».

«Η γνώμη μου για τις playlists είναι η ίδια τόσο ως ακροάτρια, όσο και ως παραγωγός. Αγαπώ πολύ τη μουσική κι αγαπώ να ανακαλύπτω νέες μουσικές, συνεπώς η διαρκής επανάληψη με κουράζει. Επίσης θέλω το ραδιόφωνο που δημιουργεί ατμόσφαιρα, που με εκπλήσσει, που δεν παίζει με τις ευκολίες του. Το γιατί υπάρχει- εδώ και δεκαετίες παγκοσμίως- η playlist, είναι γνωστό. Λόγοι οικονομικής επιβίωσης των ραδιοφώνων. Όμως και εμείς, οι ακροατές, δεν είμαστε άμοιροι ευθυνών. Αν δεν είμαστε δεκτικοί στη μουσική έκπληξη, τότε το ωθούμε στην επαναληψιμότητα. Να σημειώσω εδώ ότι ο Pepper δεν παίζει με playlist, κι οι εξαιρετικοί μουσικοί παραγωγοί του μπορούν να κάνουν τη δουλειά τους, στο πλαίσιο μιας μουσικής βέβαια κατεύθυνσης».

«Υπάρχει savoir vivre και στο ραδιόφωνο, όπως για παράδειγμα το να μην “πατάει” ή διακόπτει ο ένας παρουσιαστής τον άλλο συνεχώς σε ένα ντουέτο. Στη ζωντανή εκπομπή, βέβαια, τυχαίνουν διάφορα απρόοπτα κι εκεί με την εμπειρία μαθαίνεις πώς να μη μεταδίδεις το όποιο πρόβλημα στον ακροατή ή αν το κάνεις, να το κάνεις με χιούμορ. Οι κανόνες, επίσης, είναι σχετικοί. Σαφώς, για παράδειγμα, στο μουσικό ραδιόφωνο, το βάρος πρέπει να πέφτει στη μουσική. Ωστόσο, σε μια εκπομπή σχολιασμού, όπως το “Πρωινό πιπέρι”, εάν χρειαστεί, λόγω επικαιρότητας ή γιατί κάποιο θέμα είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον, ο λόγος μπορεί να υπερτερήσει. Όλα είναι θέμα εμπειρίας και αντίληψης. Να καταλαβαίνεις δηλαδή εκείνη την ώρα, τι θα λειτουργήσει καλύτερα. Γιατί ο στόχος όλων μας είναι να δημιουργήσουμε μια ευχάριστη και ενδιαφέρουσα για τους ακροατές συνθήκη».


ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΠΑΔΑΣ, ραδιοφωνικός παραγωγός στον Red 96,3

«Ο δικός μου ραδιοφωνικός ήρωας είναι αυτός που “υπηρετεί” το ραδιόφωνο καθημερινά, χωρίς να αμείβεται από αυτό απαραίτητα- για διάφορους λόγους- αλλά εξακολουθεί να κάνει αυτό που αγαπάει, να κάνει εκπομπές κρατώντας συντροφιά σε λίγους ή πολλούς χωρίς να ζητάει τίποτα πίσω! Ραδιοφωνικός μου ήρωας είναι όποιος αγαπάει το ραδιόφωνο και δίνει τα πάντα σε αυτό χωρίς ανταλλάγματα».

«Όταν ξεκίνησα να κάνω ραδιόφωνο σε ένα από τα ραδιόφωνα που εργάστηκα στην περιφέρεια, χρειάστηκε να σηκώσουμε μία κεραία στο βουνό, όλοι οι παραγωγοί, ο ένας δίπλα στον άλλο, όπως και έγινε! Κρατάω πάντα αυτή την εικόνα στο μυαλό μου, το βουνό, την κεραία, τις ραδιοφωνικές εγκαταστάσεις. Κρατάω πάντα στο μυαλό μου την εικόνα μίας αγαπημένης ομάδας ραδιοφωνικών παραγωγών που προσφέρουν απλόχερα ό,τι μπορούν στο ραδιόφωνο και πετυχαίνουν».

«Έχω καλή σχέση με τους ακροατές μου, φιλική. Υπάρχουν πολλές ιστορίες, οι οποίες αυξήθηκαν με τα social media, γιατί όποιος θέλει πλέον μπορεί να επικοινωνήσει μαζί σου πιο εύκολα από ποτέ. Σε μία από αυτές, έκανα εκπομπή αργά το βράδυ και έβλεπα μία γραμμή του τραμ από το παράθυρο. Σχεδόν κάθε βράδυ μίλαγα με έναν οδηγό τραμ που εργαζόταν σε αυτή την γραμμή. Όταν του εξήγησα ποιο ακριβώς κομμάτι της γραμμής έβλεπα από το studio, μου ζήτησε να κοιτάξω έξω σε λίγα λεπτά, όπως και έκανα! Είδα ένα τραμ να αναβοσβήνει τα φώτα μέσα- έξω ακούγοντας δυνατά Red 96,3!»

«Μία καλή φωνή και όσο περισσότερες γνώσεις γύρω από την μουσικήσίγουρα σου δίνουν ένα προβάδισμα για μία καλή ραδιοφωνική εκπομπή. Να είσαι ο εαυτός σου και να ασχολείσαι με θέματα που έχουν ενδιαφέρον για εσένα και όσους σε ακούν. Στις μέρες μας, την ώρα τον καιρό και την κίνηση στους δρόμους της πόλης μπορείς να τα μάθεις πιο γρήγορα από ποτέ από το κινητό σου τηλέφωνο».

«Ανήκω στους αισιόδοξους της γενιάς μας. Βλέπω καλύτερες μέρες για το ραδιόφωνο σε όλα τα επίπεδα. Το ραδιόφωνο και οι εκπομπές σίγουρα θα συνεχίσουν να υπάρχουν και είναι αδύνατον να αντικατασταθούν από σύγχρονα “juke box”. Ο τρόπος μετάδοσης αλλάζει με γρήγορους ρυθμούς. Ο ραδιοφωνικός παραγωγός και το ραδιόφωνο θέλουν να ακούγοντα. Από που θα ακούγονται έχει μικρότερη σημασία. Κάποτε άκουγαν στο σαλόνι από ραδιόφωνα έπιπλα και τώρα ακούμε με ασύρματα ακουστικά από το κινητό μας. Το σημαντικό είναι ότι εξακολουθούμε να ακούμε».

«Η άποψή μου για το ιντερνετικό ραδιόφωνο; Μία ρομαντική προσπάθεια σε έναν “ωκεανό” ανταγωνισμού. Η εκτίμησή μου είναι ότι είναι πιο εύκολο με ραδιόφωνα- brands που έχουν παρουσία στα FM και αρκετά δύσκολο για όσους ακούγονται αποκλειστικά μόνο μέσω του Internet. Όπως και να έχει, είναι μία ωραία προσπάθεια από ανθρώπους που αγαπούν το ραδιόφωνο. Το ραδιόφωνο έχει πολύ χώρο για όσους το αγαπάμε».


ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΙΔΑΚΗ, dj, ραδιοφωνικός παραγωγός στον Best 92.6

«Ξεκίνησα το ραδιόφωνο σε πολύ νεαρή ηλικία, μαθήτρια ακόμη, στα Χανιά τόπο καταγωγής μου, από “ψώνιο” αλλά μπήκε το μικρόβιο και όφειλα να το εξελίξω. Έτσι σπούδασα δημοσιογραφία και βρέθηκα στην Αθήνα στον θρυλικό Klik FM που τότε διευθυνε ο Φωτης Γεωργελες, ο οποίος με είχε ακούσει στα Χανιά κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών του διακοπών. Τα υπόλοιπα είναι ιστορία!»

«Μια μουσική για την υπόλοιπη ζωή μου; Δύσκολη ερώτηση.Λατρεύω τη μαύρη μουσική όποτε θα διάλεγα τις απίστευτες γκρουβες των Chic από τα 70’s. Πρωτοπόροι!. Ωστόσο, το πιο αγαπημένο μου τραγούδι διαχρονικά είναι το “Running up that Hill” της μοναδικής Kate Bush».

«Αχ, αυτή η σχέση με τους ακροατές. Οι ίδιοι είναι κάτι σαν Ταλιμπάν εννοώντας φυσικά ότι είναι φανατικοί, πιστοί και πάντα εκεί. Κάθε πρωί στο ραδιόφωνο στέλνοντας μηνύματα, τα βράδια στα σετ, τους αγαπώ και το εννοώ, είναι πια σαν οικογένεια στη ζωή μου». Έχω πολλές ιστορίες από κόσμο που έρχεται στα πάρτυ και αυτό που δεν μπορώ να ξεχάσω με τίποτα είναι τα δώρα που μου προσφέρουν, από κοσμήματα και ρούχα μέχρι και φαγητό από τα χεράκια τους.Τιμή μου».

«Το αποκορύφωμα αγάπης, ενας ακροατής που με ακολουθούσε το καλοκαίρι σε πολλά νησιά που έπαιζα και όταν του είπα ότι αυτό κοστίζει, μου απάντησε με αφοπλιστική ειλικρίνεια “θα τα έδινα στον ψυχολόγο”. Φυσικα γίναμε φίλοι όπως και με πολλούς άλλους που συναντιόμαστε στα παιξίματα».

«Το ιντερνετικό ραδιόφωνο είναι σε πρώιμο στάδιο ακόμη, θέλει καιρό και πιστεύω ότι θα αναδειχθεί ως μέσο όταν θα έρθει στα αυτοκίνητα. Πάντως πολλά ιντερνετικά παγκοσμίως, αλλά και στην Ελλάδα, κάνουν εξαιρετική δουλειά και φυσικα θα έχουν μέλλον».

«Για τις playlists, τόσο ως ακροάτρια όσο και ως παραγωγός έχω το ίδιο συναίσθημα:τις απεχθάνομαι και θα έχουμε πάντα παράλληλες διαδρομές, δε θα συναντηθούμε ποτέ».


ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΟΛΥΧΡΟΝΙΟΥ (G-POLY), ραδιοφωνικός παραγωγός στον Nostos 100.6

«Θυμάμαι χρονολογίες με βάση τις κυκλοφορίες των δίσκων κι όχι μέσα από μνήμες. 1964, λοιπόν, η εποχή που τα πειρατικά ραδιόφωνα στα μεσαία ήταν της μόδας κι εγώ 10 ετών. Τότε είχα την πρώτη μου άμεση επαφή με το ραδιόφωνο. Ο πρώτος μεγάλος δίσκος που παίξαμε ήταν το “Help” των Βeatles, το οποίο κυκλοφόρησε στα τέλη εκείνης της χρονιάς. Ο πρώτος μου ξάδελφος, ο Στέλιος Πολυχρονίου, ήταν τότε 18 ετών κι ερωτευμένος με μία κοπέλα, τη Δέσποινα. Αυτή ήταν και η αφορμή για να ανοίξουμε  τον σταθμό, όχι για την τρέλα του για τη μουσική, όσο για την τρέλα του για τη Δέσποινα, την οποία εντέλει παντρεύτηκε αργότερα και ησυχάσαμε. Για να κάνω εκπομπή κάθε βράδυ με τον Στέλιο, έπρεπε να κουβαλάω τα δισκάκια μου με τα πόδια από τον Βύρωνα στον Υμηττό, σ’ ένα στούντιο δίπλα στο κοτέτσι. Όλα τα χαρτζιλίκια μου τα έπαιρνα σε δίσκους αντί για παιδικές λιχουδιές, γι’ αυτό και ήμουν τόσο αδύνατος. Χόρταινα με δίσκους. Ήμουν συνεπής, φερέγγυος κι επαγγελματίας από μικρός. Έναν χρόνο μετά τον σταθμό με τον Στέλιο που κυνηγούσε τη Δέσποινα, κουράστηκα και ζήτησα από τους γονείς μου να μου δώσουν 3.000 δραχμές για να φτιάξω τον δικό μου πειρατικό σταθμό κι έτσι έγινε το G-Poly. Αργότερα, στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’70, τελειώνοντας το γυμνάσιο και πριν φύγω για σπουδές στο Λονδίνο, ήρθε και η επαγγελματική μου ενασχόληση με το ραδιόφωνο με μία πρόταση από το κρατικό ραδιόφωνο. Το 1987 έκανα το “Μαύρο Βελούδο” στο ιδιωτικό ραδιόφωνο, την πρώτη και μοναδική εκπομπή με αποκλειστικά μαύρη μουσική».

«Ο Wolfman Jack, αυτός ο διάσημος, Αμερικανός Dj που εξελίχθηκε και ως tv star και είναι βραβευμένος για τη συμβολή του στο ραδιόφωνο είναι αυτός που με επηρέασε στη ραδιοφωνική μου ζωή. Ένας τεράστιος καλλιτέχνης τον οποίο άκουγα και χωρίς να έχω διάθεση να μιμηθώ, με καθόρισε όταν έκανα τις πρώτες εκπομπές στο πειρατικό ραδιόφωνο. Πήρα το στιλ του. Οι παλιοί ραδιοφωνατζήδες με αποκαλούσαν “o Wolfman Jack της Ελλάδος”».

«Μικρός τρελαινόμουν με τη μόδα του ροκ εν ρολ. Αγαπάω πολύ αυτό το είδος μουσικής. Ποτέ δεν έτρεφα φανατισμό για κάποιο πρόσωπο, ακόμα κι αν ήταν καλλιτέχνης, σίγουρα όμως με επηρέασαν μουσικά ο Elvis Presley και ο Little Richard. Συγκεκριμένο κομμάτι δεν μπορώ να ξεχωρίσω, έχω έναν μουσικό πλουραλισμό με κομμάτια απ’ όλους τους μουσικούς χώρους. Μεγαλύτερο ποσοστό μουσικής στο G-Poly Show κατέχει η μαύρη μουσική.

«Από τότε που καθιερώθηκε η playlist, χάλασε το ραδιόφωνο. Το 90% των αθηναϊκών ραδιοφώνων ίσως από τρόμο διστάζουν να κάνουν αλλαγές και υλοποιούν όσα τους συμβουλεύουν οι εταιρείες μέτρησης ακροαματικότητας, επιβάλλοντας στους παραγωγούς τους ένα συγκεκριμένο πλάνο. Για παράδειγμα, 150-180 τραγούδια την ημέρα παίζουν ασταμάτητα, ένα κομμάτι που είναι δημοφιλές μπορεί να παίξει μέχρι κι 8 φορές την ημέρα. Για τον Έλληνα ακροατή το ραδιόφωνο είναι περισσότερο παρέα. Είναι συμφιλιωτικό, συναισθηματικό, επικοινωνιακό, ονειρεμένο πράγμα. Αν λοιπόν του καταργήσεις αυτή τη μαγεία, την ενεργό δράση του ραδιοφώνου, τότε τον μετατρέπεις σε ψυχρό ακροατή, σε αδιάφορο. Αντί για την playlist λοιπόν, προτιμάει ν’ ακούσει την τηλεφωνική επικοινωνία των ακροατών και των παραγωγών της εκπομπής ενός αθλητικού ραδιοφώνου, ώστε να συμμετέχει κι ο ίδιος».

«Μουσικόφιλος είναι αυτός που αγοράζει δίσκους, που παρακολουθεί τη μουσική, που πηγαίνει σε live κι όχι αυτός που “χαζά” ακούει μουσική».

«Παλιά στα ραδιοφωνικά πάρτι γινόταν πανζουρλισμός. Ο κόσμος έτρεχε στις πλατείες, γέμιζε τους δρόμους έξω από τους σταθμούς και σταματούσε η κυκλοφορία, τα ραδιόφωνα κλήρωναν συλλεκτικά cds κι οι ακροατές ενδιαφέρονταν πραγματικά. Η σχέση ήταν άλλη. Υπάρχει πλέον μία αρνητική διάθεση του ακροατή απέναντι στα ραδιόφωνα».

«Πιστεύω ότι υπάρχουν νέα παιδιά με ταλέντο και στο ραδιόφωνο και στη μουσική. Η διαφορά είναι ότι τα σημερινά παιδιά δεν μπορούν να φτιάξουν όνομα και να αναδειχθούν κάτω από τέτοιες συνθήκες “στρατιωτικών” μέτρων του σταθμού που τους επιβάλλει να μιλάνε δύο φορές μέσα στο ημίωρο. Δεν υπάρχει ελευθερία λόγου στα νέα παιδιά. Από αυτή την καταπίεση εξαιρούνται τα πρωινά μαγκαζίνο».

«Η πιο ζωηρή ανάμνηση θαυμασμού που έχω είναι από τη δεύτερη γυναίκα μου, τη Μάγκυ Χαραλαμπίδου, η οποία άκουγε φανατικά το “Μαύρο Βελούδο” στον 9.84. Ήταν 18 ετών τότε, τελείωνε το λύκειο κι άκουγε μαύρη μουσική πολύ πριν με γνωρίσει. Η Μάγκυ άκουγε εκπομπές από ξένα ραδιόφωνα, που τις έστελναν οι φίλοι της που σπούδαζαν στο εξωτερικό, ηχογραφημένες σε κασέτες. Κάθε μέρα λοιπόν, έπαιρνε τηλέφωνο στην εκπομπή κι έβαζε και ροδοπέταλα στο παρμπρίζ του αυτοκινήτου μου για να τα βρίσκω. Προφανώς με παρακολουθούσε. Έβαλα λοιπόν έναν συνεργάτη από τον σταθμό να στήσει καραούλι και να βρει ποιος αφήνει τα ροδοπέταλα στο αυτοκίνητό μου. Όταν την έπιασε εν δράσει, την έφερε πάνω στον σταθμό, ερωτευτήκαμε και παντρευτήκαμε».


ΜΑΙΡΗ ΡΕΤΣΙΝΑ, ραδιοφωνικός παραγωγός στον HiT 88,9

«Η αγάπη μου για το ραδιόφωνο προέκυψε από τον έρωτά μου για την μουσική. Ο λόγος που ήθελα να ”παίξω” σαν παιδί την ραδιοφωνική παραγωγό ήταν για να ακούγεται η μουσική των καλλιτεχνών που θαύμαζα και κυρίως οι δικές τους φωνές για το πώς δημιούργησαν το υλικό τους. Άρα, καταλήγω στο ότι δεν είχα ποτέ κάποιο ραδιοφωνικό ήρωα με την έννοια ”θέλω να του μοιάσω”. Ο ήρωάς μου ήταν η δύναμη του ”αέρα”. Μεγάλη μου αδυναμία μεγαλώνοντας ήταν ο Τάκης Φωτίου επί Jeronimo Groovy ενώ πάντα θαύμαζα τον Κωνσταντίνο Τζούμα για ένα ”ραδιοφωνικό θράσος” που μόνο αυτός έχει και μπορεί να σε κρατάει κολλημένο στην εκπομπή του ακόμα κι αν δεν είσαι θαυμαστής του».

«Σίγουρα το playlist άλλαξε πάρα πολύ τον τρόπο που καταναλώνουμε το ραδιόφωνο και την μουσική αλλά έτσι και αλλιώς έχει αλλάξει η εποχή, η φάση και ο ρόλος του κλασικού ραδιοφωνικού παραγωγού. Σε μια εποχή που η μουσική πληροφορία, είτε είναι ένα νέο τραγούδι, είτε είναι μια είδηση για τον αγαπημένο σου καλλιτέχνη, υπάρχει ανά πάσα στιγμή στο χέρι σου μέσω του κινητού, είναι λογικό να έχει χαθεί ο ρόλος του ραδιοφωνικού παραγωγού που έβαζε ”ψυχή” για να προσφέρει στον ακροατή μουσική γνώση. Κατανοώ τους επιχειρηματίες και την άποψη ότι οι συμπαγείς playlist με την επαναληψιμότητα τους δίνουν ταυτότητα στο ραδιόφωνο και πλέον το κάνουν ανταγωνιστικό εμπορικά, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν μου λείπει ο ”ρομαντικός” ραδιοφωνικός παραγωγός.

«Θα μπορούσα να ακούω για μια ζωή τους Beatles. Για πάντα. Κάθε μέρα. Κάθε ώρα. Το ”Hey Bulldog” σε λούπα. Για πάντα».

«Η καλύτερη στιγμή μου στο ραδιόφωνο είναι ακριβώς η ίδια με την χειρότερη. Αναφέρομαι στην ημέρα που άναψε μπροστά στα μάτια μου για πρώτη φορά του σήμα του ”on air”. Θυμάμαι ότι άκουγα βουητά από το άγχος, ένιωθα ότι δε θα βγει η φωνή μου και θα γίνω περίγελος. Αν θυμάμαι καλά έκανα και ένα σαρδάμ στο ίδιο μου το όνομα, ενώ ταυτόχρονα ήταν η πρώτη φορά στην ενήλικη ζωή μου που ένιωθα ένα συναίσθημα ολότητας, ένιωθαν όλα σωστά».

«Δεν ξέρω πώς ακριβώς μπορώ να απαντήσω στην ερώτηση για το αν το ιντερνετικό ραδιόφωνο είναι η άξια συνέχεια του κλασικού, καθότι είναι δυο τελείως διαφορετικά πράγματα μέσα στο μυαλό μου, τουλάχιστον για την Ελλάδα. Το ελληνικό κοινό δεν είναι τόσο εξοικειωμένο με το ιντερντετικό ραδιόφωνο, η μουσική έφτανε στα αυτιά του πάντα με τον παραδοσιακό ραδιοφωνικό τρόπο και για να μπει στη ζωή του θα πρέπει πρώτα να μπει στο αυτοκίνητό του. Υπάρχουν εξαιρετικές ιντερνετικές ραδιοφωνικές προσπάθειες αλλά ακόμα το έδαφος είναι ακαλλιέργητο, με αποτέλεσμα τα συγκεκριμένα προϊόντα να ελκύουν κοινό που θέλει εξειδίκευση στη μουσική. Μην ξεχνάμε επίσης το πόσο δύσκολο είναι να ζήσει ένα τέτοιο ραδιόφωνο αφού καμία εταιρεία/διαφημιστική θα επενδύσει εύκολα σε ένα τέτοιο μέλλον. Ταυτόχρονα βέβαια με την ελληνική πραγματικότητα, τα ξένα media θεωρούν πως ραδιόφωνο και τηλεόραση είναι καταδικασμένα σε ”θάνατο” και πως το όλο παιχνίδι θα μεταφερθεί ολοκληρωτικά στο web μέσα στα επόμενα 10 χρόνια. Και τελικά, μόνο το ”θα δούμε” ταιριάζει σαν απάντηση στην ερώτηση.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΖΟΥΜΑΣ, συγγραφέας, ηθοποιός, ραδιοφωνικός παραγωγός στον En Leuko 87.7

«Γιατί κάνω ραδιόφωνο; μου ‘χει γίνει πια συνήθεια κι εμένα προσωπικά μ’ αρέσει να συνηθίζω κάτι καθημερινά. Τα σαββατοκύριακα ή όταν σταματάμε για 3 βδομάδες το καλοκαίρι αισθάνομαι άβολα, σαν κάτι να μου λείπει. Παλιά ήξερα να μην κάνω τίποτα, αυτό το “dolce far niente” των Ιταλών. Τώρα πια δεν ξέρω, θέλω κάτι να κάνω. Όταν ταξιδεύω, δε μ’ ενδιαφέρει να είμαι μόνο τουρίστας. Ακόμα και φίλους που μένουν στο εξωτερικό και τους επισκέπτομαι, τους ρωτάω τι δουλειές έχουν για να βοηθήσω. Πάω και παίρνω τα παιδιά τους από το σχολείο, τα ρούχα από το καθαριστήριο, τέτοια πράγματα».

«Ξεκίνησα να κάνω ραδιόφωνο στην ΕΡΤ2 το 1975 όταν γύρισα από τη Νέα Υόρκη. Η Σοφία Μιχαλίτση εντόπισε σε ένα θεατρικό τη φωνή μου και με ζήτησε. Κάποια στιγμή το εγκατέλειψα γιατί η ΕΡΤ έχει ένα γαλακτερό φως το πρωί που γλιστράει μέσα από τα τζάμια και μου θύμιζε τη “Φωλιά του Κούκου”. Μετά με παρέλαβε για λίγο το πάλαι ποτέ Κανάλι 15, πέρασα στον Rock FM, ένα καλοκαίρι βρέθηκα στον Klik και κατέληξα το 2000 με τον ιδεολόγο των ερτζιανών, Κώστα Καββαθά, στον En Lefko. Εκείνος βέβαια έφυγε μετά».

«Όταν ήμουν μικρός άκουγα τις νύχτες κάποιον John Greek, ήταν ο ήρωας ενός ραδιοφωνικού αστυνομικού θρίλερ, κάτι τέτοιο. Παιδικές φαντασιώσεις που δεν έχουν και τόση σημασία. Σημασία έχει ότι κάποια στιγμή στη Νέα Υόρκη είδα τι σημαίνει ραδιόφωνο με όλη τη σημασία της λέξης. Αυτές οι σούπερ φωνές, οι καταπληκτικές μουσικές και η αμεσότητα της επικοινωνίας. Μαγική εικόνα χωρίς εικόνα. Η καθημερινότητα μέσα από μια ματιά σχεδόν ποιητική. Αυτό συγκράτησα κι αυτή την εκπομπή κάνω. Δεν είναι τυχαίο πώς, όταν έρχονται στην Ελλάδα φίλοι και γνωστοί από τη Νέα Υόρκη λένε πως η εκπομπή θυμίζει νεοϋορκέζικο ραδιόφωνο της δεκαετίας του ’70. Εμ, εκεί έζησα, αυτό μ’ αρέσει, αυτό κάνω».

«Έχω μεγαλώσει με David Bowie, Bob Dylan, Talking Heads, Rolling Stones.Ένα αγαπημένο τραγούδι δεν έχω, κατά καιρούς υπάρχουν διάφορα. Θα μου αρέσει πάντα το “Αbsolute Beginners”, γιατί αισθάνομαι συνεχώς ότι είμαι “beginner”, ένας ερασιτέχνης που θέλει να κάνει πράγματα χωρίς να επιδιώκει τον επαγγελματισμό. Αυτόν τον τελευταίο, τον βαριέμαι λίγο και κάνω ό,τι μπορώ για να παραμείνω πρωτάρης. Το ξέρω ότι δεν γίνεται και πρόκειται για ουτοπία, αλλά λέμε τώρα».

«Δεν ακούω καθόλου ραδιόφωνο. Σπάνια στα ταξί, αν κάποια φωνή έχει ενδιαφέρον. Παλιά άκουγα τον Τζίμη Πανούση, μόλις τελείωνα εγώ την εκπομπή έπαιρνα ταξί για το Κέντρο και τον πετύχαινα. Είχα ακούσει μερικές φορές και τον Γρηγόρη Ψαριανό. Απορώ γιατί εγκατέλειψε το ραδιόφωνο για ν’ ασχοληθεί με την πολιτική. Αυτό είναι βέβαια δικό του θέμα».

«Αν μπορείς σε σφιχτό χρονικό διάστημα να χωρέσεις ενδιαφέρουσες και συναρπαστικές πληροφορίες, τότε το ‘χεις μεγάλε. Νομίζω ότι το νεοϋορκέζικο ραδιόφωνο μου έδειξε αυτόν τον δρόμο, οπότε φροντίζω να είμαι περιεκτικός και χωρίς πολλά πολλά. Δεν μ’ αρέσει καθόλου η φλυαρία, όχι ότι έχω τίποτα ενάντια στην ανθρώπινη φωνή, ίσα ίσα που είναι πολύ ωραίο να μην ακούς μόνο μουσική ή “κονσέρβα”. Μ’ αρέσει να μπαινοβγαίνει η φωνή αλλά χρειάζεται αυτό το περίφημο μέτρο. Βέβαια, θα μου πεις, ποιος το ‘χασε για να το βρούμε εμείς. Είναι υπό διαχείριση».

«Υπάρχουν άνθρωποι που με ακολουθούν χρόνια στο ραδιόφωνο και τρέφουν έναν σεβασμό. Tο βλέπω από τις αντιδράσεις τους στον δρόμο, όταν με αναγνωρίζουν. Υπάρχουν κι οι νεόκοποι, που νομίζουν φυσικά όπως όλοι οι νεόκοποι ότι τα ξέρουν όλα και μπαίνουν μέσα σ’ αυτό ατσούμπαλα και λένε ασυναρτησίες. Εκεί καμία φορά γίνομαι αιχμηρός κι ανταλλάσσονται αντίστοιχες ατάκες χολής που είναι το “ψωμοτύρι” και η καθημερινότητα του διαδικτύου. Αλλά δεν ιδρώνει το αυτί μου. Είναι εύκολα, αστεία κι επιπόλαια όλα αυτά».


ΔΗΜΗΤΡΑ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΙΔΟΥ, ραδιοφωνικός παραγωγός στον Δίεση 101,3

«Ξεκίνησα να κάνω ραδιόφωνο στα φοιτητικά μου χρόνια ως αντίδραση σε έναν συμφοιτητή μου που με αμφισβήτησε (Χρόνια μετά συνεχίζω να τον ευχαριστώ για το τεράστιο δώρο που μου έκανε). Αργότερα άρχισα να στέλνω αποσπάσματα των εκπομπών μου σε ραδιόφωνα της Αθήνας χωρίς να ελπίζω ιδιαίτερα. Για καλή μου, όμως, τύχη έπεσα στον Μάκη Πουνέντη, ο οποίος μου άνοιξε την πόρτα και με προσέλαβε σε επαγγελματικό πια επίπεδο. Λίγα χρόνια μετά ήρθε η μεταγραφή μου στον ”Δίεση 101,3”, το ραδιοφωνικό μου σπίτι τα τελευταία 15 χρόνια».

«Αξέχαστη στιγμή; Θα σταθώ στην εκπομπή-συνέντευξη που είχαμε κάνει με τον κύριο Γιαννόπουλο από το Χαμόγελο του παιδιού το 2009, ενόψει τότε της συναυλίας του Δίεση για το “Χαμόγελο του παιδιού”. Ήταν σπουδαία εμπειρία για μένα και μεγάλο μάθημα ζωής».

«Ο δικός μου ραδιοφωνικός ήρωας έρχεται από το μέλλον (ελπίζω το κοντινό) και παίρνει τα καλύτερα στοιχεία από το ραδιόφωνο του χθες και του σήμερα, δίνοντας στο “μαγικό” αυτό μέσον τη δυναμική που ίσως έχασε τα τελευταία χρόνια».

«Η μουσική που μεταδίδουμε στον ”Δίεση” εκφράζει απόλυτα την αισθητική μου. Εντούτοις εύχομαι να μη χρειαστεί ποτέ κανείς να “εγκλωβιστεί” σε ένα μόνο είδος μουσικής. Καλή μουσική βρίσκεις σε όλα, σχεδόν, τα είδη της και καθένα έχει τις ώρες του και τις διαθέσεις του. Αγαπημένο μου τραγούδι, διαχρονικά, είναι ”Το δίχτυ”. Από τις καλύτερες στιγμές τόσο του Γκάτσου όσο και του Ξαρχάκου».

«Χρυσοί κανόνες στο ραδιόφωνο; Αυτή είναι ιδανική ερώτηση για τους διευθυντές των Ραδιοφώνων. Σίγουρα υπάρχει ένας κανόνας που λέει ότι με τον λόγο σου δεν πρέπει να κουράζεις τον ακροατή κι επειδή όλοι είμαστε πρώτα ακροατές ξέρουμε ότι έχει βάση. Από κει και πέρα όλα είναι σχετικά. Για μένα η αμεσότητα είναι συστατικό καλής παρέας και επικοινωνίας. Σε ό,τι αφορά την εμπειρία, ασφαλώς είναι σημαντική αλλά δεν αρκεί αν δεν καταφέρεις να κρατήσεις και τον ενθουσιασμό που είχες στην αρχή».


ΑΓΓΕΛΟΣ ΤΡΙΑΝΤΗΣ, Ραδιοφωνικός Παραγωγός στον Smooth 99.8

«Όταν ήμουν μικρός θυμάμαι να ανοίγω το ραδιόφωνο και να ακούω μουσικές που ούτε καταλάβαινα τότε τι σημαίνουν και τι είναι. Απλά μου άρεσε η μουσική. Αργότερα και όταν λέμε αργότερα εννοώ μόλις τελείωνα το σχολείο αποφάσισα ότι θέλω να γράφω και να γίνω δημοσιογράφος. Αφού χτύπησα αρκετές πόρτες, τελικά κάποιος μου άνοιξε μια και άρχισα να μαθαίνω τι σημαίνει να είσαι δημοσιογράφος. Ο όμιλος που δούλευα είχε και ραδιόφωνα και ανέβαινα πολύ συχνά πάνω γιατί μου άρεσε να ακούω και να βλέπω τους παραγωγούς. Κάποια στιγμή μου πρότεινε ο Ανδρέας Κουρής και ο Μάκης Πουνέντης να λέω δελτία. Ερωτεύτηκα το μικρόφωνο επιτόπου και μετά από 20 χρόνια πίσω από το μικρόφωνο, δηλώνω ότι νιώθω το ίδιο».

«Πάντοτε με έλκυε η jazz,  η soul, η funk και η RnB. Ακόμα με τραβάει και δεν την βαριέμαι ποτέ. Είτε μιλάμε για την σύγχρονη εκδοχή είτε για την classic νομίζω ότι η easy listening μουσική είναι ένα είδος που με ηρεμεί και μου βγάζει συναισθήματα. Από αγαπημένα τραγούδια έχω άπειρα αλλά νομίζω ότι πρώτο στη λίστα είναι το “Just The Two Of Us” από Grover Washington Jr. με Bill Withers στα φωνητικά.

«Το παλιό ραδιόφωνο δεν ήταν τόσο δουλειά αλλά κατάθεση ψυχής. Ήταν ρομαντικό και ίσως παραμένει, άλλα όχι στην καθαρή μορφή του. Κανείς δεν ήξερε πώς ήταν εμφανισιακά αυτός που άκουγες και σε συντρόφευε σε καλές και κακές στιγμές σου. Άκουγες απλά αυτά που έλεγε και τις μουσικές που διάλεγε και έλεγες “ωχ για μένα μιλάει”, “ωχ για μένα το διάλεξε αυτό”. Κάποια στιγμή μπήκαν τα social media στη μέση και αυτός ο μυστικισμός για το πώς είναι ο παραγωγός αντικαταστάθηκε και μαζί του δυστυχώς- σε κάποιες περιπτώσεις- η έννοια του παραγωγού. Πλέον μετράει μερικές φορές τι like κάνεις, πόσοι σε ακολουθούν και δυστυχώς δίνεται πολύ εύκολα το μικρόφωνο και ο τίτλος “παραγωγός”, χωρίς να έχεις κουραστεί, να μάθεις, να ακούσεις, να εκπαιδευτείς και τελικά να γίνεις επαγγελματίας».

«Κρατάω άπειρες καλές στιγμές με χαμόγελα, αγάπη, σεβασμό, φιλίες που κρατάνε στα χρόνια αλλά και αναγνώριση από ανθρώπους που πλέον λέω συναδέλφους ενώ παλιά ήταν οι ήρωες μου και οι μέντορες μου. Επίσης, όλα ήταν πιο όμορφα κάθε φορά που κάποιος ακροατής σου έλεγε μια απλή κουβέντα: “Σε άκουγα να ξέρεις και ένιωθα ότι με στήριζες σε αυτή ή εκείνη την δυσκολία”. Όσο για τις κακές, άπειρες και αυτές. Νεύρα, απογοήτευση, ανασφάλεια, έλλειψη σεβασμού, κοροϊδία κλπ. Έχω δεχθεί απειλές, βρισιές ακόμα και επίθεση και βία τόσο προσωπική όσο και κατά της περιουσίας μου, από ανθρώπους που μπέρδευαν τον ρόλο μου στο ραδιόφωνο με αυτό ενός κανονικού ανθρώπου».

«Ως ακροατής αλλά και ως παραγωγός με κουράζει η συνεχής επανάληψη και το προκάτ ραδιόφωνο. Ο παραγωγός- και εκεί μπαίνει η λέξη επαγγελματίας- ξέρει πολύ καλά σε τι ραδιόφωνο είναι και τι μουσικές πρέπει να παίξει και πότε, ανάλογα με την ταυτότητα του σταθμού. Πώς να τις συνδυάσει και πως να τις πουλήσει.  Σίγουρα δεν έχουμε όλοι τα ίδια ακούσματα και τα ίδια γούστα αλλά είναι και αυτό κομμάτι της δουλειάς μας, δηλαδή ο άνθρωπος που μιλάει στο μικρόφωνο να “δίνει” απλόχερα τον εαυτό του τόσο στον αέρα όσο και στη μουσική. Συγχρόνως όμως, το playlist διαφυλάσσει την ταυτότητα του σταθμού, την ομοιομορφία μουσικά και βοηθάει πολύ, στη σωστή τοποθέτηση ενός ραδιοφώνου τόσο στο τι παίζει αλλά και για ποιους το παίζει. Ιδανικά θα ήθελα να υπάρχει μια σωστή μίξη των παραγωγών και του playlist. Να μην είναι ελεύθερο τελείως γιατί χάνεται η μπάλα αλλά και ο παραγωγός να μην είναι απλά αυτός που μιλάει στο μικρόφωνο. Εκεί βέβαια μπαίνει πάλι ο παράγοντας σωστός επαγγελματίας που συνεπάγεται συνέπεια, υπευθυνότητα, εμπειρία αλλά και εκπαίδευση».

πηγή: ladylike.gr