Η «Βίβλος» του Γλυφαδιώτη Νίκου Πολίτη για το γυναικείο μαγιό

(Στην κεντρική φωτογραφία: Γλυφάδα, 1928. Άνδρες και γυναίκες κολυμπούν επιτέλους μαζί στα περίφημα bain mixte. – Αρχείο Νίκου Πολίτη)

Το 1907 η Ανέτ Κέλερμαν εμφανίστηκε σε παραλία της Βοστώνης φορώντας το πρώτο ολόσωμο γυναικείο μαγιό. Είκοσι ετών τότε, η Αυστραλή επαγγελματίας κολυμβήτρια συνελήφθη πάραυτα για προσβολή της δημοσίας αιδούς. Το «αποκαλυπτικό» μαγιό που την οδήγησε στη αίθουσα του δικαστηρίου αντέγραφε εκείνα των αντρών: είχε κοντά μανίκια και άφηνε γυμνά τα πόδια της από το μέσον των μηρών. Σεμνότατο, θα λέγαμε σήμερα, πλην όμως προκλητικό για τα ήθη μιας εποχής κατά την οποία ένας αστράγαλος ήταν ικανός να δαιμονίσει. Άλλο στοιχείο που σκανδάλισε ήταν ότι το μαγιό αγκάλιαζε σφιχτά το σώμα της νεαρής αθλήτριας, η οποία λίγα χρόνια αργότερα έγινε σταρ, πρωταγωνιστώντας στις πρώτες ταινίες βωβού κινηματογράφου με γυμνές σκηνές.

Το ολόσωμο εκείνο μαγιό έγινε αμέσως δημοφιλές στις χώρες του δυτικού κόσμου, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα. Το βλέπουμε στις παλαιότερες φωτογραφίες της συλλογής του Νίκου Πολίτη, ο οποίος κατέχει ένα από τα σημαντικότερα φωτογραφικά αρχεία της χώρας μας. «Οι φωτογραφίες με τα μαγιό που φορέθηκαν στις ελληνικές παραλίες στις αρχές του 20ού αιώνα και τα bain mixte που καθιερώθηκαν στον Μεσοπόλεμο κατέχουν περίοπτη θέση στο αρχείο μου», λέει ο ίδιος. «Οι φίλοι συλλέκτες που τις έχουν δει εκτιμούν ότι συνθέτουν την πλουσιότερη συλλογή στο είδος της».

Για να καταλάβουμε γιατί η σύλληψη της Κέλερμαν πήρε τέτοια έκταση, αρκεί να θυμηθούμε τι φορούσαν οι γυναίκες στις θάλασσες της Ευρώπης και της Αμερικής στο γύρισμα του 20ού αιώνα. Επρόκειτο για ένα μαγιό ντε πιες. Μην πάει ο νους σας στο μπικίνι. Καμία σχέση. Το γυναικείο ένδυμα θαλάσσης αποτελούνταν τότε από ένα ρούχο για το επάνω μέρος του σώματος (φόρεμα έως τα τέλη του 19ου αιώνα), το οποίο συνδυαζόταν με ένα φουσκωτό παντελόνι ή φούστα (με μήκος κάτω από το γόνατο), κάτω από το οποίο φοριόταν συχνά μαύρο καλσόν ή κάλτσες. Τα άβολα εκείνα μαγιό ήταν συνήθως μάλλινα, με αποτέλεσμα να προκαλούν φαγούρα, εμποδίζοντας την άνετη κολύμβηση λόγω του βάρους που αποκτούσαν μόλις βρέχονταν. Αυτό ήταν και το επιχείρημα της Κέλερμαν προς τον δικαστή, ο οποίος την αθώωσε. Δέχτηκε ότι το μαγιό της είχε σχεδιαστεί για άνετη προπόνηση, αλλά αποφάσισε ότι η κολυμβήτρια μπορούσε να το φοράει μόνο μέσα στη θάλασσα και με μαύρο καλσόν.

Γλυφάδα, 1935. Κολυμβήτρια με υδρομοτοσυκλέττα, όπως αναγράφεται στην πίσω πλευρά της φωτογραφίας. (Αρχείο Νίκου Πολίτη).

Αξιοποιώντας τη δημοσιότητα από την περιπέτειά της, η Κέλερμαν δημιούργησε τη δική της σειρά μαγιό, γράφοντας μία νέα σελίδα στη γυναικεία μόδα. Το μαγιό της έγινε ανάρπαστο, όχι μόνο γιατί απελευθέρωσε τις γυναίκες μέσα στη θάλασσα, αλλά και επειδή ήταν μία κατάκτηση σε χρόνους που φούντωναν οι αγώνες για τη γυναικεία χειραφέτηση. Η εικόνα των αστυνομικών που γονάτιζαν μπροστά σε λουόμενες για να μετρήσουν το μήκος του μαγιό τους ή για να τις συλλάβουν συνεχίστηκε στην Αμερική έως τα μέσα της δεκαετίας 1920, καθώς οι νόμοι περί σεμνότητας ήταν αρκετά αυστηροί. Το μεγάλο βήμα είχε όμως γίνει. Σε Ευρώπη και Αμερική οι γυναίκες υπερασπίζονταν τη νέα ελευθερία, ενώ επόμενο αίτημα ήταν η δημιουργία των μικτών μπάνιων.

Γεννημένος στη Γλυφάδα, ο Νίκος Πολίτης μεγάλωσε δίπλα στη θάλασσα, αγαπώντας ό,τι έχει σχέση με αυτήν. Έτσι, οι φωτογραφίες με τα πρώτα μαγιό, «που φαντάζουν χαριτωμένα και αστεία», όπως λέει ο ίδιος, δεν θα μπορούσαν να ξεφύγουν από το συλλεκτικό του ενδιαφέρον: «Με γοήτευαν οι κυρίες με τα ολόσωμα μαγιό και τα ομπρελίνα τους. Το ίδιο και οι κύριοι με τα χαρακτηριστικά μουστάκια της εποχής και τα επίσης ολόσωμα μαγιό τους, άλλοτε μονόχρωμα και άλλοτε χρωματιστά με πλατιές ρίγες. Με τιράντες πλέον, αφού οι άντρες κατέκτησαν νωρίτερα την πολυτέλεια του ολόσωμου μαγιό χωρίς μανίκια». Ένα μέρος των φωτογραφιών αυτών αξιοποιήθηκε στο λεύκωμα «Παλαιό Φάληρο 1900-1960, Φωτογραφίες από το αρχείο του Νίκου Πολίτη», διασώζοντας πολύτιμες εικόνες μιας ολόκληρης εποχής, ενώ πανέτοιμο για έκδοση είναι ένα δεύτερο βιβλίο, αφιερωμένο στη Βουλιαγμένη.

Οι περισσότερες φωτογραφίες του συλλέκτη χρονολογούνται την εποχή των μικτών μπάνιων, όταν γυναίκες και άνδρες μπορούσαν πλέον να κολυμπούν μαζί. Η δημιουργία τους δεν υπήρξε πουθενά απλή υπόθεση. Απόδειξη μία γνωστή φωτογραφία του 1921, σε παραλία της Ολλανδίας, στην οποία εικονίζεται ένας αστυνομικός που επιπλήττει νεαρό ζευγάρι για ανάρμοστη αμφίεση. Το ίδιο συνέβαινε στις φαληρικές ακτές, όπου περιπολούσαν αστυνομικοί οι οποίοι συνελάμβαναν τους τολμηρούς παραβάτες που κατέληγαν στο Πταισματοδικείο Πειραιά επειδή είχαν πλησιάσει στην πλευρά των λουόμενων γυναικών.

Γλυφάδα, 1910. Οι άντρες κατέκτησαν νωρίτερα από τις γυναίκες την πολυτέλεια του ολόσωμου μαγιό χωρίς μανίκια. (Αρχείο Νίκου Πολίτη).

Οι καιροί όμως είχαν αλλάξει. Η διασκέδαση στη θάλασσα έπαυε να είναι προνόμιο της υψηλής κοινωνίας καθώς η εργατική τάξη μπορούσε να αναζητήσει λίγη ξεκούραση στη θάλασσα, όπως για παράδειγμα στην Αγγλία, κυρίως τη δεκαετία 1930, όταν έκλειναν για λίγο τα εργοστάσια τον Αύγουστο. Παράλληλα υπήρχαν άλλες αξιοσημείωτες αλλαγές, μεταξύ των οποίων εκείνες που έφερε η Κοκό Σανέλ στη Γαλλία, τη δεκαετία 1920. Μαζί με τα άνετα παντελόνια και τα κοντά μαλλιά, η Σανέλ έκανε μόδα το μαύρισμα στον ήλιο, κόντρα στην επικρατούσα ως τότε πεποίθηση ότι όμορφο δέρμα είναι μόνο το λευκό.

Όλα αυτά βρήκαν αμέσως ανταπόκριση στην περιτριγυρισμένη από θάλασσες Ελλάδα. «”Χαρά και αγαλλίασις εις τους θαυμαστάς των μικτών λουτρών”, έγραφαν οι εφημερίδες το 1916», αντιγράφουμε από τον «Μικρό Ρωμηό». «Οι αστυνόμοι Πειραιώς αντικαθίστανται και συνεπώς θ’ αφεθούν πιθανώς ελεύθερα τα μπαιν-μιξτ… Οι Ατθοί και αι Ατθίδες το σιγοψιθυρίζουν, χωρίς να το πολυελπίζουν!». Λέγεται μάλιστα ότι το 1917 μία δεσποινίδα που κρυβόταν πίσω από τα αρχικά Σ.Α.Μ. δημοσίευσε σε εφημερίδα πρόσκληση να της στείλουν τα στοιχεία τους (σε ποστ ρεστάντ) όσοι επιθυμούσαν να λάβουν μέρος στο νέο κίνημα.

Αγαπημένο θέμα των χρονογράφων και των αθηναϊκών επιθεωρήσεων, τα μικτά μπάνια άρχισαν να κατακτούν ταχύτατα λουτροπόλεις και παραθαλάσσιες πόλεις, από τη Θεσσαλονίκη έως τον Πειραιά και την Κρήτη. Το 1927 έπαψε ο έλεγχος σε αυτά. «Δεν είναι απίθανον να εύρη κανείς και αυτόν τον πταισματοδίκην του Πειραιώς, ο οποίος προ μερικών ετών κατεδίκασε τους κολυμβητάς του Φαλήρου διότι εσυνάντησαν εις τα ανοιχτά γυναίκες…», έγραφαν οι εφημερίδες της εποχής, σύμφωνα με σχετική έρευνα του «Μικρού Ρωμηού».

Η επόμενη κατάκτηση, μετ’ εμποδίων και αυτή, θα ήταν το μπικίνι, δημιουργία του Γάλλου μηχανικού αυτοκινήτων Λουί Ρεάρ. Όταν πρωτοπαρουσιάστηκε σε επίδειξη μόδας στο Παρίσι, το 1946, κανένα μανεκέν δεν δέχτηκε τη δύσκολη «αποστολή», γεγονός που ανάγκασε τον Ρεάρ να απευθυνθεί σε μία νεαρή χορεύτρια που εμφανιζόταν γυμνή στο καζίνο της πόλης. Η χρήση του απαγορεύθηκε ακόμη και στο διεθνή διαγωνισμό ομορφιάς για την ανάδειξη της Μις Υφηλίου, το 1951. Χρειάστηκε να το φορέσουν δύο σταρ, η Μπριζίτ Μπαρντό στο Φεστιβάλ Κανών το 1953 και η Ούρσουλα Άντρες το 1962, στην ταινία «Τζέιμς Μποντ, πράκτωρ 007, εναντίον δρος Νο» για να αρχίσει να αρχίσει να γίνεται αποδεκτό. Και πάλι, όμως, το μπικίνι έπρεπε να περιμένει τη δεκαετία 1970 για να γίνει δημοφιλές.

Πηγή: kathimerini.gr.